30 Αυγ 2011

Η προνοια του Θεου

Ερχόμαστε σε ένα θέμα που λέγεται «Πρόνοια του Θεού» και η οποία πολύ ενδιαφέρει και πολύ συγκινεί την ψυχή μας. Αυτή η Πρόνοια του Θεού που είναι αλήθεια της Αγίας Γραφής και μαρτυρία της ιστορίας του κόσμου είναι και καθημερινή πείρα της ζωήςο μας, που μας κάνει γεμάτοι ευγνωμοσύνη προς το Θεό να στρέφουμε καθημερινώς προς Αυτόν και ακατάπαυστα να τον δοξολογούμε.

Η θεια Προνοια

Αλλά τι είναι η θεία Πρόνοια; Είναι προέκταση και συμπλήρωση της θείας δημιουργίας. Δηλαδή: Δημιουργία και Πρόνοια είναι ενέργειες του Θεού, οι οποίες αλληλοεξαρτώνται και αλληλοσυμπληρώνονται. Ο Θεός, λέμε, δημιούργησε τον κόσμο, και ο Θεός προνοεί περί του κόσμου. «Ὁ Θεός ἐστιν ὅ τε ποιητὴς καὶ προνοητής». Ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Πρώτη αλήθεια. Δεύτερη, συνέχεια αυτής. Ο Θεός όρισε νόμους, τους φυσικούς νόμους, για να κυβερνάται ο κόσμος. Και Τρίτη. Ο Θεός δεν άφησε τον κόσμο να προχωρεί και να εξελίσσεται βάσει των φυσικών μόνο νόμων, αλλά στέκει επάνω από το δημιούργημά του, ο σοφός Δημιουργός, και το επιβλέπει, το κατευθύνει και, οσάκις χρειάζεται, επεμβαίνει ο ίδιος για να το καθοδηγήσει στην εκπλήρωση των σοφών και υψίστων σκοπών που όρισε γι’ αυτό. Αυτή η συνεχής και άμεση φροντίδα και επίβλεψη του Θεού επί του κόσμου προς πλήρη εκπλήρωση της αποστολής και του προορισμού του ονομάζεται Θεία Πρόνοια, πρόνοια του Θεού για τον κόσμο.
Χωρία από την Αγία Γραφή που βεβαιώνουν την πρόνοια αυτή του Θεού, και μάλιστα του Τριαδικού Θεού, είναι τα: Ιωάν. ε΄ 17· «ὁ Πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐργάζομαι». Το Ματθ. στ΄ 26, όπου παρουσιάζεται ο Πατήρ ο ουράνιος να τρέφει τα πετεινά του ουρανού, και ι΄ 29, όπου φαίνεται η φροντίδα του ουρανίου Πατρός για τη συντήρηση και ζωή και των μικρότερων πτηνών. Λέει ο Κύριος στο Ευαγγέλιο· «οὐχὶ δύο στρουθία ἀσσαρίου πωλεῖται; καὶ ἓν ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται ἐπὶ τὴν γῆν ἄνευ τοῦ πατρὸς ὑμῶν». συνεχίζει ειδικότερα για τον άνθρωπο· «ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί». Και οι τρίχες της κεφαλής σας είναι μετρημένες. Τόση είναι η πρόνοια του Θεού. Και τα χωρία: Κολ. α΄ 13· «ὃς (ο Θεός δηλαδή) ἐρρύσατο ἡμᾶς ἐκ τῆς ἐξουσίας τοῦ σκότους καὶ μετέστησεν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ υἱοῦ τῆς ἀγάπης αὐτοῦ». Το Εβρ. α΄ 3, όπου λέει ο Παύλος, ότι ο Υιός του Θεού «δι’ ἑαυτοῦ καθαρισμὸν ποιησάμενος τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τῆς μεγαλωσύνης ἐν ὑψηλοῖς», και με τους λόγους του αυτούς μας παρουσιάζει την τέλεια αγάπη και πρόνοια του Υιού του Θεού για τη συγχώρηση των αμαρτιών μας και την αιώνια σωτηρία μας. Και η θεία αυτή Πρόνοια είναι διπλή, διπλής φύσεως και μορφής. Πρόνοια για τη συντήρηση του κόσμου. Και Πρόνοια για την καθοδήγηση και βοήθεια των όντων του κόσμου, ιδίως των ανθρώπων προς πραγματοποίηση των σκοπών της υπάρξεως και ζωής τους.
Πηγή: Χριστιανικη Φοιτητική Δράση

28 Αυγ 2011

29 Αυγούστου - Η Αποτομή της κεφαλής του Αγίου Ίωάννου του Προδρόμου - Υμνολογική εκλογή.

«Δεν σου επιτρέπεται από το νόμο του Θεού να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου, ο οποίος ακόμη ζει». Λόγια του Τιμίου Προδρόμου, που αποτελούσαν μαχαιριές στις διεφθαρμένες συνειδήσεις του βασιλιά Ηρώδη Αντίπα, και της παράνομης συζύγου του Ηρωδιάδος, η οποία ήταν γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου.
Ο Ηρώδης, μη ανεχόμενος τους ελέγχους του Προδρόμου, τον φυλάκισε.
Σε κάποια γιορτή όμως των γενεθλίων του, ο Ηρώδης υποσχέθηκε με όρκο να δώσει στην κόρη της Ηρωδιάδος, Σαλώμη, ό,τι ζητήσει, διότι του άρεσε πολύ ο χορός της. Τότε η αιμοβόρος Ηρωδιάδα είπε στην κόρη της να ζητήσει στο πιάτο το κεφάλι του Προδρόμου. Πράγμα που τελικά έγινε.
Έτσι ο ένδοξος Πρόδρομος του Σωτήρος, θα παραμένει στους αιώνες υπόδειγμα σε όλους όσους θέλουν να υπηρετούν την αλήθεια και να αγωνίζονται κατά της διαφθοράς, ανεξάρτητα από κινδύνους και θυσίες.
Η Εκκλησία εορτάζει την αποτομή της κεφαλής του Προδρόμου την 29η Αυγούστου.
Υμνολογική εκλογή.
Απολυτίκιον. Ήχος β’.
Μνήμη Δικαίου μετ’ εγκωμίων» σοι δε αρκέσει η μαρτυρία του Κυρίου Πρόδρομε» ανεδείχθης γαρ όντως και Προφητών σεβασμιό¬τερος, ότι και εν ρείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τον κηρυττόμενον. Όθεν της αληθείας υπεραθλήσας χαίρων, ευηγγελίσω και τοις εν Άδη, θεόν φανερωθέντα εν σαρκί, τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου, και παρέχοντα ημίν, το μέγα έλεος.
Εχει γραφεί ότι η μνήμη του δικαίου συνοδεύεται από εγκώμια. Σε σένα όμως θα αρκέσει η μαρτυρία του Κυρίου, Πρόδρομε. Γιατί αναδείχθηκες ο πιο σεβαστός ανάμεσα στους προφήτες, αφού αξιώθηκες του μοναδικού προνομίου, να βαπτίσεις δηλ. στα ρείθρα του Ιορδάνη αυτόν που εκήρυττες. Ετσι αφού αγωνίσθηκες για την αλήθεια μέχρι τον μαρτυρικό θάνατο, με χαρά εκήρυξες το ευαγγέλιο και στον Αδη, ότι δηλαδή ο Θεός φανερώθηκε στη γη με ανθρώπινη σάρκα, και σηκώνει, και συγχωρεί τις αμαρτίες του κόσμου, και μας χαρίζει το μέγα Του έλεος.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Μετά την α’ Στιχολογίαν, Κάθισμα. Ήχος πλ. α’.
Τον συνάναρχον Λόγον.
Τον μεσίτην συμφώνως νόμου και χάριτος, οι πιστοί συνελθόντες ανευφημήσωμεν’ ότι μετάνοιαν ημίν προεκήρυξε, και Ηρώδην εμφανώς, στηλιτεύσας ευθαρσώς, την κάραν αυτού ετμήθη’ και άρτι ζών μετ’ Αγγέλων, Χριστώ πρεσβεύει του σωθήναι ημάς.
Αυτόν που χωρίς σύγκρουση καμμιά υπήρξε ανάμεσα στο νόμο του Μωυσή και στο ευαγγέλιο του Χριστού, που έφερνε τη Χάρη στον κόσμο, ελάτε οι πιστοί να τον τιμήσουμε με ύμνους, αφού συγκεντρωθούμε, γιατί προ Χριστού κήρυξε την μετάνοια. Έτσι αφού φανερά έλεγξε τον Ηρώδη με θάρρος, αποκεφαλίσθηκε. Και τώρα μάλλιστα, ζώντας ανάμεσα στους αγγέλους, πρεσβεύει στο Χριστό για τη σωτηρία μας.
Μετά την β’ Στιχολογίαν, Κάθισμα. Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.
Τον εκ μήτρας Προφήτην αναδειχθέντα ημίν, και εκ στείρας φω¬στήρα τη οικουμένη φαιδρώς, προελθόντα εν ωδαίς ανυμνήσωμεν, του Χριστού τον Βαπτιστήν, και νικηφόρον αθλητήν, τον Πρόδρομον Ιωάννην’ πρεσβεύει γαρ τω Κυρίω, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Αυτόν που από τη μήτρα φανερώθηκε σε μας σαν προφήτης, αφού εσκίρτησε μόλις κατάλαβε τον Χριστό, και σαν αστέρι λαμπρό για την οικουμένη προήλθε από την στείρα Ελισαβετ, με χαρά ας τον ανυμνήσουμε με ψαλμούς, δηλαδή τον βαπτιστή του Χριστού και νικηφόρο αθλητή, τον πρόδρομο Ιωάννη, διότι πρεσβεύει στον Κύριο να ελεήσει τις ψυχές μας.
Μετά δε τον Πολυέλεον, Κάθισμα. Ήχος πλ. δ’. Την Σοφίαν και Λόγον.
Εκ της στείρας εκλάμψας ψήφω θεού, και δεσμά διαρρήξας γλώσσης πατρός, έδειξας τον ήλιον, εωσφόρον αυγάζοντα’ και λαοίς εν ερήμω, τον Κτίστην εκήρυξας, τον Αμνόν τον αίροντα, του κόσμου τα πταίσματα» όθεν και προς ζήλον, βασιλέα ελέγξας, την ένδοξον κάραν σου, απετμήθης αοίδιμε, Ιωάννη πανεύφημε. Πρέ¬σβευε Χριστώ τω θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω, την Αγίαν μνήμην σου.
Αφού με απόφαση του Θεού έλαμψες σαν αστέρι από τη στείρα Ελισάβετ, και έσπασες τα δεσμά της γλώσσας του πατέρα σου Ζαχαρία, έδειξες τον Ηλιο Χριστό να ανατέλλει σαν τον Εωσφόρο το πρωί, και στο λαό στην έρημο κήρυξες τον Κτίστη, ως Αμνό που σηκώνει τις αμαρτίες του κόσμου. ΚΑΙ ΑΦΟΥ ΜΕ ΖΗΛΟ ΕΛΕΓΞΕΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ, ΑΠΕΚΟΠΗ Η ΕΝΔΟΞΗ ΚΕΦΑΛΗ ΣΟΥ, Ιωάννη αξιομνημόνευτε και πανύμνητε. Πρέσβευε στον Χριστό και Θεό μας, να χαρίσει άφεση των αμαρτιών, σε όσους με πόθο εορτάζουν την αγία σου μνήμη.

Μετά τον Ν. ψαλμόν, το Στιχηρόν ιδιόμελον. Ήχος β’.
Της μετανοίας ο κήρυξ, Ιωάννη Βαπτιστά, εκτμηθείς σου την κάραν, την γήν ηγίασας’ ότι τον νόμον του θεού τοις πιστοίς ετράνωσας, και παρανομίαν εξηφάνισας. Ως παρεστηκώς τω θρόνω, του επουρανίου Βασιλέως Χριστού, αυτόν ικέτευε, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Ιωάννη βαπτιστή, συ ο κήρικας της μετανοίας, αφού αποκεφαλίσθηκες, αγίασες τη γη, γιατί ανέδειξες σαν το σημαντικότερο για τους πιστούς τον νόμο του Θεού, οπότε εξαφάνισες με αυτόν τον τρόπο, την παρανομία. Τώρα που στέκεσαι πλάι στο θρόνο του επουρανίου βασιλέως Θεού, ικέτευσέ Τον να ελεήσει τις ψυχές μας.

Κοντάκιον. Ήχος πλ. α’.
Η του Προδρόμου ένδοξος αποτομή, οικονομία γέγονέ τις θεϊκή, ϊνα και τοις εν Άδη του Σωτήρος κηρύξη την έλευσιν. θρηνείτω ουν Ηρωδιάς, άνομον φόνον αιτήσασα’ ου νόμον γαρ τον του θεού, ου ζώντα αιώνα ηγάπησεν, αλλ’ επίπλαστον πρόσκαιρον.
Ηένδοξη αποκεφάλιση του προδρόμου ήταν κατα κάποιον τρόπο ένα Θεϊκό σχέδιο, ώστε να κηρύξει ο θείος προφήτης και στον Αδη τον ερχομό του Σωτήρος Χριστού στη γη. Ας θρηνεί η Ηρωδιάς που ζήτησε παράνομο φόνο, γιατί δεν αγάπησε τον νόμο του Θεού, που εξασφαλίζει την αιώνια ζωή, αλλά κάτι πλαστό και πρόσκαιρο.

Ο Οίκος
Τα γενέσια του Ηρώδου, πάσιν εφάνησαν ανόσια» ότι εν μέσω των τρυφώντων, η Κεφαλή του νηστεύοντος, παρετέθη ώσπερ έδεσμα. Τη χαρά συνήφθη λύπη, και τω γέλωτι εκράθη πικρός οδυρμός’ ότι την κάραν του Βαπτιστού, πίνακι φέρουσα, επί πάντων εισήλθεν, ως είπεν η παίς’ και δια οίστρον, θρήνος επέπεσε πάσι τοις αριστήσασι τότε, συν τω βασιλεί’ ου γαρ έτερψεν εκείνους, ούτε Ηρώδην αυτόν’ φησί γάρ’ ελυπήθησαν λύπην ουκ αληθινήν, άλλ’ επίπλαστον πρόσκαιρον.
Τα γενέθλια του Ηρώδη σε όλους φάνηκαν βέβηλα, γιατί ανάμεσα σε αυτούς, που ζούσαν με τρυφή, σαν έδεσμα παρατέθηκε η κεφαλή του Προδρόμου, που παντα νήστευε. Με τη χαρά ενώθηκε η λύπη, και με το γέλιο αναμίχθηκε ο θρήνος ο πικρός,γιατί μπροστά στα μάτια όλων εισήλθε η κόρη, φέρνοντας σε πινάκιο το κεφάλι του βαπτιστού, και για την ακολασία έπεσε θρήνος σε όλους τους συνδαιτημόνες τότε μαζί με τον βασιλιά, γιατί δεν τους ευχαρίστησε τελικά ούτε τους καλεσμένους ούτε το βασιλιά. Κι όμως δεν λυπήθηκαν λύπη αληθινή, αλλά πλαστή και πρόσκαιρη.

Συναξάριον
Τη Κθ’ του αυτού μηνός «Αυγούστου», μνήμη της αποτομής της τιμίας Κεφαλής του αγίου ενδόξου Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου.
Στίχοι.

Τέμνει κεφαλήν χειρ μιαιφόνος ξίφει,
Του χείρα θέντος εις κεφαλήν Κυρίου.
Εικάδι άμφ’ ενάτη Προδρόμου τάμεν αυχένα χαλκός.
Απέκοψε ένα χέρι φονικό την κεφαλή, αυτού που έθεσε το χέρι του στην κεφαλή του Κυρίου.
Κατά την εικοστή ενάτη του μηνός ο χαλκός έκοψε την κεφαλή του προδρόμου.
Τη αυτή ημέρα, μνήμη της οσίας Θεοδώρας της εν Θεσσαλονίκη, της εξ Αιγίνης καταγομένης.
Ταις τού σού Προδρόμου Χριστέ πρεσβείαις, ελέησον καί σώσον ημάς.
Αμήν.
Εξαποστειλάριον. Των Μαθητών ορώντων.
Τον εν Προφήταις μείζονα γνωρισθέντα, και Αποστόλων πρόκριτον γεγονότα, ύμνοις εγκωμίων στεφανώσωμεν, τον Πρόδρομον της χάριτος» την κεφαλήν γαρ ετμήθη, δια τον νόμον Κυρίου.
Αυτόν που αναγνωρίσθηκε σαν μεγαλύτερος ανάμεσα στουςπροφήτες, και ξεχωριστός ανάμεσα στους αποστόλους, ελάτε να τον στεφανώσουμε με ύμνους εγκωμίων, τον πρόδρομο της χάριτος, γιατί αποκεφαλίσθηκε για τον νόμο του Κυρίου.
Έτερον. Ό ουρανόν τοις άστροις.
Ο ασελγής Ηρώδης, τον της αγνείας φυτουργόν, σε Βαπτιστά του Σωτήρος, καρατομήσας δολερώς, σου τους ελέγχους της γλώττης, τεμείν ουκ ίσχυσεν όλως.
Ο ΑΙΣΧΡΟΣ Ηρώδης, εσένα τον λειτουργό της καθαρότητος, τον βαπτιστή του Κυρίου, αφού αποκεφάλισε με δόλο, δεν απέφυγε τους ελέγχους της γλώσσας σου.

Δόξα των αίνων. Ήχος πλ. β’.
Πάλιν Ηρωδιάς μαίνεται, πάλιν ταράττεται. Ώ όρχημα δόλιον, και πότος μετά δόλου! Ο Βαπτιστής απετέμνετο, και Ηρώδης εταράττετο. Πρεσβείαις Κύριε, του σου Προδρόμου, την ειρήνην παράσχου ταις ψυχαίς ημών.
Πάλι τρελλάθηκε η Ηρωδιάδα, πάλι ταράσσεται. Ω δόλια οργή, ω φαγοπότι με δόλο γεμάτο. Ο βαπτιστής αποκεφαλιζόταν, και ο Ηρώδης ταραγμένος δεν μπορούσε να ησυχάσει. Με τις πρεσβείες, Κύριε, του προδρόμου Σου, χάρισε στις ψυχές μας την ειρήνη Σου.

Απόδοση, Μοναχής Θεοδοσίας.
     
Copyright Ορθόδοξη Πορεία

15 Αυγ 2011



Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


ΚΑΝΕΝΑ ἄλλο πρόσωπο στήν ἱστορία μας, τήν ἀνθρώπινη, δέν παρουσιάζει τόσο ἐπιτυχημένα τό ἀπολυτρωτικό καί ἐξαγιαστικό ἀποτέλεσμα, πού εἶχε τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ γιά τόν ἄνθρωπο, ὅσο ἡ Παναγία μας. Στή μορφή της βλέπουμε ἀνάγλυφα πῶς ὁ ἄνθρωπος ἑνώνεται μέ τόν Θεάνθρωπο καί γίνεται ἀνθρωπόθεος. Ἀναγνωρίζουμε τό ἀρχαῖο κάλλος, στό ὁποῖο μᾶς ἐπαναφέρει ἡ θυσία τοῦ σταυροῦ, ἀλλά καί τήν καινή κτίση, τήν ὁποία κατεργάζεται ἡ δόξα τῆς ἀναστάσεως. Διότι ἡ Παναγία δέν ἔγινε μόνο Θεοτόκος, ἀλλά ὑπῆρξε καί ἡ Κεχαριτωμένη· οὔτε ἔμεινε ἁπλῶς Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά παρέμεινε μαθήτρια τοῦ Υἱοῦ της.
Δίκαια, λοιπόν, ἡ Παρθένος Μαρία θεωρεῖται σύμβολο καί ἀπαρχή τῆς νέας δημιουργίας, τῆς ἀναγεννημένης ἀνθρωπότητος, ἀντιπρόσωπος τοῦ θεωμένου ἀνθρώπου καί ἐκπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας. Πολλά χωρία τῆς ἁγίας Γραφῆς προφητικά ἐφαρμόζονται ἀπό τούς πατέρες καί ἑρμηνευτές ὅμοια στήν Παναγία, ὅσο καί στήν Ἐκκλησία ἤ στήν κάθε πιστή ψυχή. Μ᾽ αὐτές τίς ἔννοιες κατανοοῦν στόν ψαλμό 44 τήν βασίλισσα πού στέκεται στά δεξιά τοῦ Κυρίου «ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (στίχ. 10), ὅπως καί τήν Σουλαμίτιδα στό Ἆσμα τῶν Ἀσμάτων. Ἀλλά καί ἡ γυναίκα τῆς Ἀποκαλύψεως, πού φόρεμα ἔχει τόν ἥλιο καί ὑποπόδιο τήν σελήνη καί διάδημα στό κεφάλι της μία σειρά ἀπό δώδεκα ἀστέρια, πού κυοφορεῖ καί γεννᾶ τόν Χριστό (12,1 καί 5), εἶναι ἡ ψυχή τοῦ κάθε πιστοῦ, πού συλλαμβάνει μέ τήν πίστη καί φέρει στόν κόσμο ἕναν Χριστό -τόν ἀνα-
γεννημένο ἑαυτό του-, εἶναι ἡ Ἐκκλησία στολισμένη μέ τήν δόξα τῶν ἀποστόλων καί ἁγίων, πού χαρίζει στήν ἀνθρωπότητα τόν Λυτρωτή, καί εἶναι πολύ συγκεκριμένα ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας.
Γι᾽ αὐτόν τόν ἰδιαίτερα ἀντιπροσωπευτικό ρόλο τῆς Παναγίας, καί ὁ θάνατός της, ἡ κοίμησή της πού γιορτάζουμε τόν Δεκαπενταύγουστο, δέν ἀποτελεῖ γιά τήν Ἐκκλησία μία ἁπλῆ γιορτή τιμῆς, ἀλλά ἀποτελεῖ μία γιορτή ἡ ὁποία τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν παραβάλλεται μέ τόν θάνατο καί τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί λαμπρύνεται μέ παρόμοια δόξα καί χάρη. Ὁπωσδήποτε, ὁ θάνατος κάθε ἁγίου -χριστιανοῦ πού ἄθλησε γιά τήν πίστη- καταγγέλλει τόν θάνατο τοῦ Κυρίου καί ὁμολογεῖ τήν ἀνάστασή του, διότι στό ὄνομα αὐτῆς τῆς θυσίας καί αὐτῆς τῆς ἐλπίδας συντελεῖται. Ὁ θάνατος ὅμως τῆς Θεοτόκου -ἐκείνης πού γέννησε τήν Ζωή καί τήν Ἀνάσταση- λαμβάνεται ἐπιπλέον ὡς ὁ τύπος τῆς ἀναστάσεως ὅλων τῶν χριστιανῶν καί δίδεται ὡς τό παράδειγμα γιά τήν νίκη κατά τοῦ θανάτου, πού ἐπιτέλεσε ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι τήν προσφωνεῖ ὁ ὑμνωδός· «Χαῖρε ἀναστάσεως τύπονἐκλάμπουσα!».
Τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ δέν φαίνεται ἄμεσα, ἀλλά οὐσιαστικά ὁ θάνατος καταργήθηκε πράγματι. Δέν ὀνομάζεται κἄν θάνατος, ἀλλά κοίμηση, καί τό ὄνομα αὐτό τό καθιέρωσε ἀνάμεσα στόν εὐσεβῆ λαό τό γεγονός τῆς κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.Τό σῶμα τῆς Παναγίας μας κοιμήθηκε στήν ἀγκαλιά τοῦ Υἱοῦ της καί ἡ ψυχή της πρεσβεύει γιά ὅλους μας μπροστά στόν θρόνο του. Ἡ μετάστασή της ἀπ᾽ αὐτή τήν ζωή στήν ἄλλη, τήν ἀληθινή, δέν εἶναι πρόξενος πένθους ἀλλά αἰτία χαρᾶς καί πανηγύρεως. Πανηγυρίζει ὁ λαός μας στήν γιορτή της καί ζῆ μιά μικρή Λαμπρή, χορεύει καί ἀγάλλεται ὅπως στήν γιορτή τῆς Ἀναστάσεως. Διότι στό πρόσωπο τῆς Παναγίας βλέπει ὁ κάθε πιστός τόν ἑαυτό του ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας καί στήν κοίμησή της βλέπει τόν δικό του θάνατο ὡς μία κοίμηση ἕναν ὕπνο μέσα στά χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀπό τόν ὁποῖο θά σηκωθεῖ σάν θά σημάνει ἡ σάλπιγγα τῆς ἀναστάσεως καί θά εἶναι αἰώνια μέ τόν Θεό.
Ἀπ᾽ αὐτή τήν ἄποψη ἡ γιορτή τῆς κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου εἶναι μία ὁμολογία πίστεως τῆς Ἐκκλησίας ὅτι «προσδοκεῖ ἀνάστασιν νεκρῶν», ἀλλά καί ἕνα κήρυγμα καί μία διδαχή παρηγοριᾶς κι ἐλπίδας στούς χαροκαμένους ἀνθρώπους, πού πενθοῦν γιά τόν θάνατο τῶν ἀγαπητῶν τους, καί στούς ἀπεγνωσμένους, πού δέν ἐλπίζουν σέ κανένα παρόν οὔτε μέλλον. Ἡ κοίμηση τῆς Θεοτόκου μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ θάνατος εἶναι μία ἀνάπαυλα πρίν τήν ἀνάσταση καί ἕνα προοίμιο τῆς αἰώνιας δόξας, γιά τόν ἄνθρωπο βέβαια πού πεθαίνει ἐν Χριστῷ. Καί γιορτάζοντας «τῆς Παναγιᾶς», βιώνουμε μέ ἕναν τρόπο πού πολύ μᾶς ἐγγίζει, τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἐφαρμοσμένη στήν ζωή καί στόν θάνατο τοῦ ἀνθρώπου πού πολύ Τόν ἀγάπησε καί βαθειά Τόν κατάλαβε καί ἀσύλληπτα ταπεινά Τόν ὑπηρέτησε· τῆς Ὑπεραγίας Ἐνδόξου Δεσποίνης μας Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας.

Ορθόδοξος Τύπος, 12/08/2011

13 Αυγ 2011

Η κοιμηση της Θεοτοκου 

Ένας θανατος θριαμβος

 

Χαρά, εορτή, πανηγύρι! Γιατί όμως; Γιατί όλη αυτή η λαμπρότητα και ο ενθουσιασμός; Γιατί οι ύμνοι και οι ευχές, η τόση χαρά στα πρόσωπα και στις ψυχές;

Θάνατο έχουμε, και ο θάνατος πάντοτε ήταν θλιβερό γεγονός. Από τότε όμως που γεύθηκε τον θάνατος ο Υιός του Θεού, ο Κύριος Ιησούς Χριστός, και ανέστη εκ νεκρών, κατήργησε τον θάνατο για όλο το ανθρώπινο γένος. Όσοι πιστεύουν στον σταυρωθέντα και αναστάντα Κύριο δεν φοβούνται πλέον τον θάνατο, διότι γνωρίζουν ότι αυτός είναι ένα πέρασμα από τα επίγεια στα ουράνια, από τα πρόσκαιρα στα αιώνια, από τα λυπηρά στα ευχάριστα, στα μακάρια και δοξασμένα.

Ο θάνατος του πιστού δεν είναι μόνο γεγονός που προκαλεί τον πόνο και τα δάκρυα. Είναι γεγονός που προκαλεί πιο πολύ τη χαρά. Πολύ περισσότερο ο θάνατος των αγίων είναι η ημέρα της λυτρώσεώς τους από τα θλιβερά της επιγείου ζωής και της θριαμβευτικής εισόδου τους στον άφθαρτο και πανένδοξο κόσμο του ουρανού, στα μακάρια ζωή της Βασιλείας του Θεού. Γι’ αυτό τους αγίους τους γιορτάζουμε στην ημέρα της Κοιμήσεώς τους.

Αλλ’ αν αυτά ισχύουν για κάθε πιστό και πιο πολύ για τους αγίους μας, τι πρέπει να ισχύει για την «Κεχαριτωμένη», τη στολισμένη με εξαιρετικές χάριτες από τον Θεό γυναίκα, που έφερε στον κόσμο τον νικητή του θανάτου, για εκείνη που ο ουρανός την αναγνώρισε ως «ευλογημένην εν γυναιξί», ευλογημένη από τον Θεό όσο καμιά άλλη γυναίκα, γι’ αυτήν που αξιώθηκε να γίνει η Μητέρα του Θεού;

Ο θάνατος της υπερευλογημένης Μητέρας του Θεού είναι ένας θρίαμβος, η κοίμησή της η πιο μεγάλη γιορτή.

«Η των ουρανών υψηλοτέρα υπάρχουσα, και των Χερουβίμ ενδοξοτέρα, και πάσης κτίσεως τιμιωτέρα», αυτή που είναι πιο ψηλά από τους ουρανούς, και έχει δόξα μεγαλύτερη από τη δόξα των χερουβικών δυνάμεων, αυτή που είναι πιο τιμημένη απ’ όλη τη δημιουργία του Θεού, που λόγω της υπερθαύμαστης καθαρότητάς της δέχθηκε μέσα της τον αΐδιο Θεό, «εν ταις του Υιού χερσί σήμερον την παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, και συν αυτή πληρούνται τα σύμπνατα χαράς», ψάλλει θριαμβευτικά ο ιερός υμνογράφος. Την παναγία, την πανάμωμη, την ελεύθερη από κάθε κηλίδα κακού ψυχή της την παραδίδει στα άγια και άχραντα χέρια του Θεού και Θεού της, χαίρει, χαίρει μεγάλη χαρά η ίδια που βρίσκεται στους κόσμους του ουρανού, δέχεται τα αιώνια βραβεία της απαράμιλλης αρετής της και την αμοιβή της ταπεινής υπακοής της και απολαμβάνει και αντανακλά την απερίγραπτη δόξα του Υιού της. Μαζί της γεμίζουν από ανεκλάλητη χαρά τα σύμπαντα, όλος ο κόσμος του ουρανού και της γης συμμετέχει στα χαρά της.

Χαίρουν οι άγγελοι του ουρανού και δοξάζουν την Κοίμησή της «Εξουσίαι, Θρόνοι, Αρχαί, Κυριότητες, Δυνάμεις και Χερουβίμ και τα φρικτά Σεραφίμ». Ο Κύριος μας διαβεβαίωσε ότι μεγάλη χαρά έχουν οι άγγελοι του ουρανού όταν ένας αμαρτωλός άνθρωπος μετανοεί και επίσης ότι άγγελοι συνοδεύουν αυτούς που πορεύονται προς τη ζωή της αιωνιότητας. Πόση επομένως χαρά έχουν, πώς πανηγυρίζουν και πώς υποδέχονται στους ολόφωτους κόσμους του ουρανού αυτήν που έγινε η Μητέρα του Λυτρωτή όλου του κόσμου! Οι άγγελοι που διακονούν πρόθυμα τη μεγάλη υπόθεση της σωτηρίας μας και χαίρονται πολύ για τη σωτηρία μας, πόσο περισσότερο χαίρουν και τιμούν αυτήν που διακόνησε κατά μοναδικό τρόπο τη σωτηρία του κόσμου, που υπήρξε η Μητέρα του Σωτήρος του κόσμου!

Αγάλλονται όμως και οι «γηγενείς», οι άνθρωποι, οι κάτοικοι της γης χαιρόμαστε μαζί με τους αγγέλους, καθώς με ιερό δέος βλέπουμε σήμερα «εκ ζωής εις ζωήν μεθισταμένην την τεκούσαν τον αρχηγόν της ζωής», αυτήν που γέννησε τον αρχηγό της ζωής να φεύγει από την πρόσκαιρη ζωή της γης και να εισέρχεται στην αιώνια ζωή της ουρανίου Βασιλείας. Είναι δίκαιο και πρέπον να απολαύσει τώρα την ουράνια τιμή που της αξίζει, να έχει τη μεγαλύτερη δόξα απ’ όλους τους ανθρώπους, να είναι ανωτέρα απ’ όλους τους αγγέλους, βασίλισσα των ουρανών. Όλα αυτά μας δίνουν χαρά, διότι η Μητέρα του Θεού είναι ό,τι ευγενέστερο και ανώτερο είχε να προσφέρει ο κόσμος των ανθρώπων στον Θεό. Και ο Θεός τώρα την τιμά με ασύγκριτη ουράνια δόξα· και αυτή η δόξα αντανακλά σ’ όλους μας και είναι αυτό αφορμή χαρά για όλους μας. «Αγάλλονται γηγενείς επί τη θεία σου δόξη κοσμούμενοι».

Χαιρόμαστε οι πιστοί, διότι η Μητέρα του Θεού είναι Μητέρα όλων μας και γι’ αυτό με την Κοίμησή της δεν εγκαταλείπει τον κόσμο, αλλά πολύ περισσότερο τώρα, με την παρρησία που έχει, πρεσβεύει στον Υιό της για μας και με τις πρεσβείες της σκεπάζει όλους τους πιστούς «λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών».
Περιοδικό «Ο Σωτήρ»

 

12 Αυγ 2011

 

Περί της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου


ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
«…Αν ο θάνατος των οσίων είναι τίμιος και η μνήμη δικαίου συνοδεύεται από εγκώμια, πόσο μάλλον τη μνήμη της αγίας των αγίων, δια της οποίας επέρχεται όλη η αγιότης στους αγίους, δηλαδή τη μνήμη της αειπάρθενης και Θεομήτορος, πρέπει να την επιτελούμε με τις μεγαλύτερες ευφημίες.
Αυτό πράττουμε εορτάζοντας την επέτειο της αγίας κοιμήσεως ή μεταστάσεώς της, που αν και με αυτή είναι λίγο κατώτερη από τους αγγέλους, όμως ξεπέρασε σε ασύγκριτο βαθμό και τους αγγέλους και τους αρχαγγέλους και όλες τις υπερκόσμιες δυνάμεις δια της εγγύτητός της προς τον Θεό και δια των από παλαιά γραμμένων και πραγματοποιημένων σ' αυτή θαυμασίων.
Ο θάνατός της είναι ζωηφόρος, μεταβαίνοντας σε ουράνια και αθάνατο ζωή, και η μνήμη τούτου είναι χαρμόσυνη εορτή και παγκόσμια πανήγυρις, που όχι μόνο ανανεώνει τη μνήμη των θαυμασίων της Θεομήτορος, αλλά και προσθέτει τη κοινή και παράδοξη συνάθροιση των ιερών Αποστόλων από κάθε μέρος της γης για την πανίερη κηδεία της, με θεολήπτους ύμνους, με τις αγγελικές επιστασίες και χοροστασίες και λειτουργίες γι΄ αυτήν.
Οι Απόστολοι προπέμπουν, ακολουθούν, συμπράττουν, αποκρούουν, αμύνονται και συνεργούν με όλη τη δύναμη μαζί με εκείνους που εγκωμιάζουν το ζωαρχικό και θεοδόχο εκείνο σώμα, το σωστικό φάρμακο του γένους μας, το σεμνολόγημα όλης της κτίσεως.
Ενώ ο ίδιος ο Κύριος Σαβαώθ και Υιός αυτής της αειπάρθενης, είναι αοράτως παρών και αποδίδει στη μητέρα την εξόδιο τιμή. Σε αυτού τα χέρια εναπέθεσε και το θεοφόρο πνεύμα, δια του οποίου έπειτα από λίγο μεταθέτει και το συζυγικό προς εκείνο σώμα σε χώρο αείζωο και ουράνιο.
Διότι μόνο αυτή, ευρισκομένη ανάμεσα στο Θεό και σ' ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, τον μεν Θεό κατέστησε υιόν ανθρώπου, τους δε ανθρώπους έκανε υιούς Θεού, ουρανώσασα τη γη και θεώσασα το γένος. Και μόνο αυτή από όλες τις γυναίκες αναδείχθηκε μητέρα του Θεού εκ φύσεως πάνω από κάθε φύση. Υπήρξε βασίλισσα κάθε εγκοσμίου και υπερκοσμίου κτίσματος.
Τώρα έχοντας και τον ουρανό κατάλληλο κατοικητήριο, ως ταιριαστό της βασίλειο, στον οποίο μετατέθηκε σήμερα από τη γη, στάθηκε και στα δεξιά του παμβασιλέως με διάχρυσο ιματισμό ντυμένη και στολισμένη, όπως λέγει ο προφήτης. (Ψαλμ. 44,11). Διάχρυσο ιματισμό, που σημαίνει στολισμένη με τις παντοειδείς αρετές. Διότι μόνο αυτή κατέχει τώρα μαζί με το θεοδόξαστο σώμα και με τον Υιό, τον ουράνιο χώρο. Δεν μπορούσε πραγματικά γη και τάφος και θάνατος να κρατεί έως το τέλος το ζωαρχικό και θεοδόχο σώμα της και αγαπητό ενδιαίτημα ουρανού και του ουρανού των ουρανών.
Αποδεικτικό για τους μαθητές στοιχείο περί της αναστάσεώς της από τους νεκρούς γίνονται τα σινδόνια και τα εντάφια, που μόνα απέμειναν στο τάφο και βρέθηκαν από εκείνους που ήλθαν να την ζητήσουν, όπως συνέβηκε προηγούμενα με τον Υιό και δεσπότη. Δεν χρειάσθηκε να μείνει και αυτή επίσης για λίγο πάνω στη γη, όπως ο Υιός της και Θεός, γι' αυτό αναλήφθηκε αμέσως προς τον υπερουράνιο χώρο από τον τάφο.
Με την ανάληψή της η Θεομήτορ συνήψε τα κάτω με τα άνω και περιέλαβε το πάν με τα γύρω της θαυμάσια, ώστε και το ότι είναι ελαττωμένη πολύ λίγο από τους αγγέλους, γευόμενη το θάνατο, αυξάνει τη υπεροχή της σε όλα . Και έτσι είναι η μόνη από όλους τους αιώνες και από όλους τους αρίστους που διαιτάται με το σώμα στον ουρανό μαζί με τον Υιό και Θεό.
Η Θεομήτωρ είναι ο τόπος όλων των χαρίτων και πλήρωμα κάθε καλοκαγαθίας και εικόνα κάθε αγαθού και κάθε χρηστότητος, αφού είναι η μόνη που αξιώθηκε όλα μαζί τα χαρίσματα του Πνεύματος και μάλιστα η μόνη που έλαβε παράδοξα στα σπλάχνα της εκείνον στον οποίο βρίσκονται οι θησαυροί όλων των χαρισμάτων. Τώρα δε με το θάνατό της προχώρησε από εδώ προς την αθανασία και δίκαια μετέστη και είναι συγκάτοικος με τον Υιό στα υπερουράνια σκηνώματα και από εκεί επιστατεί με τις ακοίμητες προς αυτόν πρεσβείες εξιλεώνοντας αυτόν προς όλους μας.
Είναι τόσο πολύ πλησιέστερη από τους πλησιάζοντας το Θεό, όχι μόνο από τους ανθρώπους, αλλά και από αυτές τις αγγελικές ιεραρχίες. «Τα Σεραφίμ στέκονταν γύρω του» (Ησαϊας 6,2) και ο Δαβίδ λέγει: «παρέστη η βασίλισσα στα δεξιά σου».
Βλέπετε τη διαφορά της στάσεως; Από αυτή μπορείτε να καταλάβετε και τη διαφορά της, κατά την αξία της τάξεως. Διότι τα Σεραφείμ ήταν γύρω από το Θεό, πλησίον δε στον ίδιο μόνο η βασίλισσα και μάλιστα στα δεξιά του. Όπου κάθισε ο Χριστός στον ουρανό, δηλαδή στα δεξιά της μεγαλωσύνης, εκεί στέκεται και αυτή τώρα που ανέβηκε από τη γη στον ουρανό.
Ποιός δεν γνωρίζει ότι η Παρθενομήτωρ είναι εκείνη η βάτος που ήταν αναμμένη αλλά δεν καταφλεγόταν. (Ψαλμ.44,19) Και αυτή η λαβίδα, που πήρε το Σεραφίμ, τον άνθρακα από το θυσιαστήριο, που συνέλαβε δηλαδή απυρπολήτως το θείο πυρ και κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να έλθει προς το Θεό. Επομένως μόνη αυτή είναι μεθόριο της κτιστής και της άκτιστης φύσεως.
Ποιός θα αγαπούσε το Υιό και Θεό περισσότερο από τη μητέρα, η οποία όχι μόνο μονογενή τον γέννησε, αλλά και μόνη της αυτή χωρίς ανδρική ένωση, ώστε να είναι το φίλτρο διπλάσιο.
Όπως λοιπόν, αφού μόνο δι' αυτής επεδήμησε προς εμάς, φανερώθηκε και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους, ενώ πρίν ήταν αθέατος, έτσι και στον μελλοντικό ατελεύτητο αιώνα κάθε πρόοδος και αποκάλυψη μυστηρίων χωρίς αυτήν θα είναι αδύνατος.
Δια μέσου της Θεομήτορος θα υμνούν το Θεό γιατί αυτή είναι η αιτία, η προστάτης και πρόξενος των αιωνίων. Αυτή είναι θέμα των προφητών, αρχή των Αποστόλων, εδραίωμα των μαρτύρων, κρηπίς των διδασκάλων, η ρίζα των απορρήτων αγαθών, η κορυφή και τελείωση κάθε αγίου.
Ω Παρθένε θεία και τώρα ουρανία, πως να περιγράψω όλα σου τα προσόντα; Πως να σε δοξάσω, το θησαυρό της δόξας; Εσένα και η μνήμη μόνο αγιάζει αυτόν που την χρησιμοποιεί.
Μετάδωσε πλούσια λοιπόν τα χαρίσματά σου στο λαό σου, Δέσποινα, δώσε τη λύση των δεινών μας, μετάτρεψε όλα προς το καλύτερο με τη δύναμή σου, δίδοντας τη χάρη σου για να δοξάζουμε το προαιώνιο Λόγο που σαρκώθηκε από σένα γα μας μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους ατελευτήτους αιώνες. Γένοιτο...».
 
Πηγή: Προσωπικό Ιστολόγιο του π. Αγγέλου Σπυροπουλου

Παναγία ἡ Σπηλιώτισσα

Στὸ μοναστήρι τῆς Σπηλιᾶς τῶν Ἀγράφων ὑπάρχει μία θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας, ποὺ βρέθηκε τὸ 1904 μὲ τρόπο θαυμαστὸ ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς Ἀθανάσιο καὶ Παρθένιο. Στὰ χρόνια της τουρκικῆς σκλαβιᾶς, ὅλος ὁ θεσσαλικὸς κάμπος ἔχει προσκυνήσει τὸν Τοῦρκο. Στὸ μοναστήρι ὅμως τῆς Παναγίας τῆς Σπηλιώτισσας, πυργωμένο σὰν ἀετοφωλιὰ σὲ μίαν ἀπρόσιτη κορυφὴ τῶν Ἄγραφων, δὲν ἔχει πατήσει ὁ κατακτητής.
Γιὰ νὰ φτάσεις ὡς ἐκεῖ ἔπρεπε νὰ περάσεις ἕνα κατηφορικὸ μονοπάτι, ἀπότομο καὶ πλαγιαστό, ποὺ ἴσα-ἴσα χωροῦσε ἕνας ἄνθρωπος. Κάτω ἔχασκε ἡ ἄβυσσος.
Στὸ πανηγύρι τῆς μονῆς, τὸν Δεκαπενταύγουστο, μερικοὶ εὐλαβεῖς προσκυνητὲς ἔβλεπαν τὴν ἴδια τὴν Παναγία. Τὴν ἔβλεπαν νὰ στέκεται πελώρια στὴν ἄκρη τοῦ γκρεμοῦ μὲ ἀνοιχτὰ τὰ χέρια, τεῖχος γι᾿ αὐτοὺς ποὺ πήγαιναν νὰ τὴν τιμήσουν, μὴν ξεγλιστρήσει κανεὶς στὸ βάραθρο. Λένε ἀκόμη πὼς κανεὶς ποτὲ δὲν χάθηκε ἀπ᾿ ὅσους κατευθύνονταν ἐκεῖ.
Τὸ μοναστήρι λοιπὸν εἶχε γίνει καρφὶ στὸ μάτι τῶν ἀπίστων. Τὸ εἶχαν καημό. Ὁλόκληρη τουρκιὰ νὰ σκοντάφτει σὲ λίγες πέτρες καὶ ντουβάρια!
Μὰ πῶς νὰ φτάσουν ὡς ἐκεῖ; Ἐκτὸς ἀπ᾿ τὴν κοπιαστικὴ πορεία -ἤθελαν δυὸ μέρες δρόμο ἀπὸ τὸ Μουζάκι σὲ μέρη ἄγνωστα καὶ ἀφιλόξενα -, ἔπρεπε νὰ περάσουν ἐκεῖνο τὸ ἀπόκρημνο μονοπάτι. Κι ἂν κυλήσει κανεὶς στὸν κατήφορο καὶ παρασύρει κι ἄλλους, καὶ γίνει πανικὸς καὶ χαθοῦν οἱ γενίτσαροι;
Σκέφτηκαν νὰ τοὺς κάνουν ἀποκλεισμό. Πόσο ὅμως θὰ κρατοῦσαν; Θὰ ῾ρχόταν ὁ χειμώνας, θὰ ἔπεφτε ἕνα μπόι χιόνι καὶ θά ῾πρεπε νὰ φύγουν. Ὕστερα ἐκεῖνοι οἱ κατσικάνθρωποι τῶν γύρω χωριῶν θὰ σκαρφάλωναν ἀπὸ ἄλλου καὶ θὰ ἔφταναν ὡς ἐκεῖ. Ἄσε ποὺ τὰ κελάρια τῆς μονῆς θὰ ἦταν γεμάτα. Μὰ κι ἐκεῖνα τὰ σκυλιὰ τὶς πιὸ πολλὲς ἡμέρες τοῦ χρόνου νηστεύουν τοῦ θανατᾶ. Καρφὶ δὲν θὰ τοὺς καιγόταν, ἂν τοὺς πολιορκοῦσαν.
Στέλνουν λοιπὸν μήνυμα στοὺς μοναχούς της Σπηλιᾶς - πρᾶγμα ποὺ καὶ παλιὰ τὸ εἶχαν κάνει -γιὰ νὰ ῾ρθοῦν νὰ προσκυνήσουν, νὰ ὑποταγοῦν. Κανένα ὅμως ἀποτέλεσμα. Ὡς κι ὁ δεσπότης τοὺς ἔστειλε μήνυμα νὰ κατέβουν καὶ νὰ ὑποταγοῦν, κρατώντας βέβαια τὴν πίστη τους, ἀλλὰ ἐκεῖνοι ἀποκρίθηκαν:
- Ἅγιε Δέσποτα, σὲ νοιώθουμε καὶ σὲ καταλαβαίνουμε. Ὁ δρόμος σου εἶναι Γολγοθᾶς. Κάνε σὺ τὸ χρέος σου, κι ἄσε νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς τὸ δικό μας.
Τέλος οἱ τοῦρκοι ἀποφάσισαν νὰ τοὺς χτυπήσουν. Ἕνα πρωὶ οἱ καλόγεροι βρέθηκαν ζωσμένοι ἀπὸ τοὺς ἀπίστους.
- Ἀνοῖξτε! τοὺς φώναξαν. Φίλοι εἴμαστε. Θὰ μποῦμε σὰν ἐπισκέπτες.
- Ἄπιστους δὲν δέχεται ἡ χάρη της, ἀποκρίθηκαν οἱ μοναχοί.
Ὕστερα ἀμπάρωσαν τὶς πόρτες, ταμπουρώθηκαν καὶ ἄρχισε ἡ μάχη· οἱ χαράδρες ἀντιλάλησαν ἀπὸ τὸ ντουφεκίδι. Κάποτε ὅμως οἱ βαρεῖες πόρτες ὑποχώρησαν καὶ οἱ Ἀγαρηνοὶ ὄρμισαν μέσα με ἀλαλαγμούς· οἱ καλόγεροι δὲν εἶχαν πιὰ ντουφέκια, βόλια, μπαρούτι. Ἅρπαξαν μαχαίρια, ξύλα καὶ πέτρες. Ὁ ἀγώνας ἦταν ἄνισος, καὶ τὸ αἷμα δὲν ἄργησε νὰ πορφυρώσει τὰ τριμμένα καὶ σκονισμένα ράσα.
Ὁ ἡγούμενος ἦταν τὴν ὥρα ἐκείνη στὸ ἱερὸ κι ἔκανε τὴν κατάλυση. οἱ ἄπιστοι τὸν ἅρπαξαν, τὸν ἔδεσαν, τὸν βασάνισαν. Ὕστερα ἔκαψαν καὶ ποδοπάτησαν τὶς ἁγίες εἰκόνες καὶ πῆγαν κι ἔφεραν τὸ ἅγιο δισκοπότηρο, ποὺ εἶχε ἀκόμη μέσα τὴν ἁγία μετάληψη. Ἕνας Τοῦρκος τότε τὸ ἅρπαξε καὶ τὸ πέταξε στὸν γκρεμό.
- Σκυλί! οὔρλιασε ὁ γέροντας, καὶ τὰ μάτια του γέμισαν δάκρυα.
Ἕνα χαντζάρι ἀνέμισε στὸν ἀέρα καὶ κατεβαίνοντας ἔκοψε τὸ κεφάλι τοῦ ἡγουμένου.
Τρεῖς ἡμέρες οἱ γενίτσαροι γλεντοῦσαν τὴ νίκη τους. Κι ὅταν κουράστηκαν νὰ γλεντοῦν, ξεκίνησαν γιὰ τὸν κάμπο.
Ἡ εἴδηση τῆς καταστροφῆς ἔπεσε στὴν περιοχὴ σὰν κεραυνός. -Οἱ Τοῦρκοι πάτησαν τὸ μοναστήρι τῆς Παναγιᾶς!
- Καὶ θαῦμα;
- Δὲν ἔγινε.
- Τίποτε;
- Τίποτε.
Μπροστά, πάνω σὲ μία λεία πέτρα ἦταν, σφηνωμένο λές, τὸ ἅγιο δισκοπότηρο. Ἦταν τὸ δισκοπότηρο τῆς Σπηλιᾶς. Μέσα του ἀνέπαφη μοσχοβολοῦσε ἡ τελευταῖα μετάληψη, ποὺ δὲν πρόφτασε ὁ ἡγούμενος νὰ καταλύσει.
Ὁ παπὰς ἔτρεμε. Ὅλοι τους τώρα ἔκλαιγαν. Ἦταν μάρτυρες ἑνὸς θαύματος.
Ὁ παπὰς σήκωσε εὐλαβικὰ τὸ δισκοπότηρο κι ἄρχισαν τὸν ἀνήφορο. Τὸ τσοπανόπουλο ἀνέβηκε πετώντας, εἰδοποίησε τὸ χωριὸ καὶ χτύπησαν χαρμόσυνα τὴν καμπάνα. Ὕστερα βγῆκαν νὰ τοὺς προϋπαντήσουν.
Τὴν ἄλλη ἡμέρα ξεκίνησαν ὅλοι γιὰ τὸ μοναστήρι. Οἱ παπάδες λαμπροφορημένοι, τὰ ἑξαπτέρυγα, τὰ θυμιατὰ καὶ κόσμος πολύς. Ἐκεῖ ἀποθέσανε τὸ ἅγιο δισκοπότηρο, λειτουργήθηκαν καὶ δόξασαν τὴν Παναγία Σπηλιώτισσα γιὰ τὸ θαῦμα της.
Τὸ τσοπανόπουλο ἀπὸ κείνη τὴν ἡμέρα ἔμεινε στὸ μοναστήρι καὶ τὸ ξανάνοιξε ὕστερ᾿ ἀπὸ τὴν καταστροφή. Ἦταν διαλεγμένος ἀπὸ τὴν Παναγία. Ἔγινε καλόγερος, κι ὅταν ἀργότερα γέμισε ἡ Σπηλιὰ ἀπὸ μοναχούς, ἦταν ἕνας ἐνάρετος καὶ φωτισμένος ἡγούμενος. Καὶ δὲν ἔπαυε νὰ διηγεῖται μὲ ἁπλότητα καὶ ταπείνωση τὸ θαῦμα ποὺ ἀξιώθηκε νὰ δεῖ.
Ἀπὸ τότε ἡ Παναγία πάντα θὰ κάνει καὶ κάποιο θαῦμα στὸ πανηγύρι της

9 Αυγ 2011

Παναγία ἡ Νιαμονίτισσα

Ἡ μυροβόλος Χίος, ἡ «παιπαλόεσσα», κατὰ τὸν Ὅμηρο, γιὰ τὸ βραχῶδες καὶ ὀρεινὸ ἔδαφός της, ἐθεωρεῖτο ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους «ὡς μία τῶν Μακάρων νήσων» γιὰ τὰ φυσικὰ τῆς πλεονεκτήματα
Αὐτὴ ἡ ὀνομασία θὰ τῆς ταιρίαζε μεταφορικὰ καὶ γιὰ τὴν εὐλάβεια τῶν κατοίκων της. Στὴν ἀρχαιότητα ἦταν γεμάτη ἀγάλματα καὶ εἰδωλολατρικοὺς ναούς. Ἀλλὰ καὶ στὴ χριστιανικὴ ἐποχὴ τὸ πλῆθος τῶν ἱερῶν ναῶν τῆς κινεῖ τὴν περιέργεια κάθε ἐπισκέπτου. «Ἡ χιακὴ κοινωνία, σημειώνει ὁ Μ. Ἴουσηνιανης τὸ 1606, εἶναι εὐλαβέστατη, ἐνῶ ὁ κλῆρος τῆς πολὺ πιὸ ἀξιόλογος ἀπὸ ἄλλων περιοχῶν». Ἔχει ἐπίσης νὰ ἐπιδείξει πολλοὺς ἁγίους καὶ πολλὰ μοναστήρια.
Λίγα χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ, στοὺς πρόποδες τοῦ Προβάπου ὅρους, προβάλλει τὸ πιὸ ἀξιόλογο μοναστήρι τῆς Χίου, ἡ παλαίφατη Νέα Μονή. Τὸ πατριαρχικὸ αὐτὸ σταυροπήνιο, μὲ τὰ βασιλικὰ χρυσόβουλα καὶ τὰ περίφημα ψηφιδωτά, εἶναι ὀχυρωμένο ἀπὸ φυσικὰ καὶ τεχνητὰ τείχη καὶ πύργους, τμήματα τῶν ὁποίων σώζονται μέχρι σήμερα.
Οἱ κτιριακὲς ἐργασίες τῆς μονῆς ἄρχισαν τὸ 1034 ἀπὸ τοὺς Χιῶτες ἀσκητὲς Νικήτα, Ἰωσὴφ καὶ Ἰωάννη. Πολύτιμο συμπαραστάτη στὴν προσπάθεια τοὺς αὐτὴ εἶχαν τὸν βυζαντινὸ αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο Θ´ τὸν Μονομάχο.
Στὰ ἱστορικά της μονῆς εἶναι διάχυτη ἡ παράδοση γιὰ τὴ θαυμαστὴ εὕρεση τῆς Παναγίας Νιαμονίτισσας. Αὐτὴ τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα ἀνακάλυψαν μέσα σὲ πυκνὸς δάσος οἱ τρεῖς κτήτορες, τριγυρισμένη ἀπὸ ἀδιαπέραστα βάτα καὶ χαμόκλαδα.
Ἡ θεία μορφὴ τῆς Θεοτόκου παριστάνεται σὲ μία ἰδιότυπη καὶ μοναδικὴ στάση: Κρατᾶ στὰ χέρια τὸ θεῖο Βρέφος, ἀλλὰ εἰκονίζεται ὄρθια, μὲ ἀνοιχτῆ τὴ μητρικὴ ἀγκαλιὰ καὶ τὰ πόδια σὲ στάση βηματισμοῦ.
Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Νιαμονίτισσας σώζεται συχνὰ ἡ ἴδια θαυματουργικὰ ἀπὸ πυρκαγιές, ἀλλὰ καὶ σώζει ἀπὸ σφαγές, ἐπιδρομὲς καὶ λοιπὲς περιπέτειες, ποὺ δοκίμασε ἡ Νέα Μονὴ στὴν ἱστορικὴ διαδρομή της.

Ὁ χρυσοχόος

Κάποτε οἱ μοναχοὶ ἀνέθεσαν σ᾿ ἕνα Χιώτη χρυσοχόο νὰ ἐπενδύσει μὲ χρυσὸ ἕνα μέρος τῆς ἱερῆς εἰκόνας, γιὰ νὰ τὴν προφυλάξουν ἀπὸ τὴ φθορά. Ὁ ἐκκλησιάρχης τὴν τοποθέτησε στὸν κυρίως ναό, καὶ ὁ τεχνίτης ἄρχισε τὴν ἐργασία του μὲ εὐλάβεια.
Ξαφνικὰ ἀκούει μία γλυκεία φωνὴ νὰ τοῦ λέει ψιθυριστά:
Ἐλαφρὰ χτύπα, ἐλαφρά» νἄχῃς τὴν εὐχή μου, γιατὶ ἡ εἰκόνα εἶναι παλαιά!
Σηκώνει τὰ μάπα ὁ χρυσοχόος καὶ βλέπει μία μεγαλόπρεπη γυναίκα μὲ ὁλόχρυση φορεσιά. Δὲν πρόλαβε νὰ τὴ ρωτήσει ποιὰ ἦταν, γιατὶ μπῆκε ἀμέσως στὸ ἱερὸ βῆμα ἀπὸ τὴ νότια πύλη. Τρέχει νὰ τὴν προφθάσει, ἀλλὰ Ἐκείνη εἶχε ἐξαφανιστεῖ. Μπαίνει στὸ ἱερό, καὶ τότε ἀναγνωρίζει στὴ μορφὴ τῆς πλατυτέρας τὴ γυναίκα, ποὺ πρὶν ἀπὸ λίγο τοῦ εἶχε φανερωθεῖ.

Ἡ καμπάνα.

Τὸ καμπαναριὸ τῆς Νέας Μονῆς μοιάζει μὲ τετράγωνο πύργο καὶ ὑψώνεται σχεδὸν τριώροφο μέχρι τὸν θόλο τοῦ καθολικοῦ. Εἶναι στεγασμένο μὲ μολύβι καὶ στολίζεται στὴν κορυφὴ μὲ ὡραῖο σιδερένιο σταυρό. Ἀρχικὰ εἶχε τέσσερις καμπάνες καὶ δυὸ πολυτελέστατα ρολόγια. Ὅλα ὅμως ἐξαφανίσθηκαν τὸ 1822 ἀπὸ τὶς ἀσιατικὲς ὀρδές.
Κάποτε μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες καμπάνες ράγισε. Οἱ μοναχοὶ τὴ φόρτωσαν σ᾿ ἕνα βενετσιάνικο πλοῖο καὶ τὴν ἔστειλαν στὴ Βενετία γιὰ νὰ τὴν ξαναχύσουν.
Τὸ πλοῖο ταξιδεύοντας χτυπήθηκε ἀπὸ ἕνα κουρσάρικο τῶν πειρατῶν τοῦ Βαρβαρόσσα καὶ κινδύνεψε νὰ βουλιάξει. Οἱ ναῦτες, στὴ δύσκολη ἐκείνη στιγμή, ἐπικαλέστηκαν τὴ βοήθεια τῆς Παναγίας Νιαμονίτισσας. Ὕστερα ἔσπασαν ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὴν καμπάνα, τὸ ἔβαλαν γιὰ μπάλα μέσα στὸ κανόνι καὶ χτύπησαν τὸ ἐχθρικὸ πλοῖο. Τὸ χτύπημα ἦταν καίριο καὶ τὸ πειρατικὸ βυθίστηκε.
Τὸ βενετσιάνικο καράβι συνέχισε τὸ ταξίδι κι ἔφθασε στὸν προορισμό του. Ὁ καπετάνιος, ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ σωτηρία τους, ἐφτίαξε μὲ δικά του ἔξοδα τὴν καμπάνα καὶ τὴν πρόσφερε στὴν Παναγία. Λέγεται μάλιστα πὼς ἡ καμπάνα αὐτὴ ἦταν ἡ πιὸ μελωδικὴ ἀπ᾿ ὅλες.

Τὸ ξύλο καὶ τὸ σκοινί

Ἕνα χιώτικο καράβι, ταξιδεύοντας, συνάντησε μεγάλη θαλασσοταραχή. Ὁ καπετάνιος, μπροστὰ στὸν κίνδυνο, φώναξε μὲ τὴ θερμὴ νησιώτικη πίστη του:
- Παναγιά μου Νιαμονίτισσα, σῶσε μας! Καὶ σοῦ τάζω μία λαμπάδα τόσο ψηλή, ὅσο τὸ κατάρτι τοῦ πλοίου!
Δὲν πρόλαβε νὰ τελειώσει τὸν λόγο του, καὶ βλέπει πάνω στὴν ἀφρισμένη θάλασσα τὴν ἴδια τὴ Θεοτόκο, νὰ κρατᾶ στὸ χέρι ἕνα ξύλο κι ἕνα σκοινί. Ὕστερα βυθίστηκε στὸ κύμα.
Ἀμέσως ἡ τρικυμία κόπασε καὶ τὸ πλοῖο προσορμίστηκε σῶο στὸ λιμάνι. Ἐκεῖ, μὲ μεγάλη τους ἔκπληξη, ἀνακάλυψαν σία ὕφαλα τοῦ μία τρύπα. Ἡ τρύπα αὐτὴ ἦταν φραγμένη μ᾿ ἕνα κομμάτι ξύλο κι ἕνα κομμάτι σκοινί...
Τὸ θαῦμα τῆς Παναγίας ἦταν ὁλοφάνερο. Ἀμέσως ξεκίνησαν ὅλο τὸ πλήρωμα γεμάτοι εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ Νέα Μονή. Προσκύνησαν τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα, πρόσφεραν τὸ τάμα τους, μία πελώρια λαμπάδα, κι ἄφησαν στὸν ἐξωνάρθηκα τὸ σωτήριο ξύλο καὶ τὸ σκοινί, τὰ ὁποῖα σώζονται ἐκεῖ μέχρι σήμερα.
Γιὰ τὴν ἴδια αἰτία, καθὼς λέγεται, ὑπάρχει στὸν ἔξω νάρθηκα κι ἕνα σφουγγάρι. Μὲ τὴ χάρη τῆς Νιαμονίτισσας τὸ σφουγγάρι αὐτὸ ἔφραξε τὴ σχισμὴ ἑνὸς ἱστιοφόρου πλοίου, ποὺ κινδύνευε νὰ κανταποντιστεῖ.

Τὸ μουλάρι

Τὸν 17ο αἰώνα, καθὼς σημειώνουν ξένοι περιηγητές, ἡ Νέα Μονὴ ἀριθμοῦσε 100 ἕως 150 μοναχούς, κι ἔμοιαζε μὲ μικρὴ πόλη. Ἀνάλογος ἦταν καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν ὑποζυγίων γιὰ τὴ μεταφορὰ τῶν πολλῶν εἰσοδημάτων.
Κάποτε ἕνας προσκυνητὴς ἀπὸ τὴ Μυτιλήνη παρέδωσε στὸν βουρδουνάρη -ἐπιστάτη τῶν ζώων -τῆς Νέας Μονῆς ἕνα φορτίο λάδι γιὰ τὸ μοναστήρι. Ὁ βουρδουνάρης φόρτωσε ἕνα μουλάρι καὶ ξεκίνησε.
Ὅταν ἔφθασαν στὸ ἐκκλησάκι τοῦ ἁγίου Φανουρίου, σὲ μία κακοτοπιά, τὸ ζῶο παραπάτησε καὶ γκρεμίστηκε στὸ βάραθρο μέχρι τὸ ποτάμι. Ὁ βουρδουνάρης, βέβαιος πὼς σκοτώθηκε, δὲν ἀσχολήθηκε περισσότερο μαζί του. Διηγήθηκε ὅμως στοὺς μοναχοὺς τὸ θλιβερὸ ἐπεισόδιο.
Δὲν πέρασε πολλὴ ὥρα κι ἀκούστηκαν στὴν πύλη τῆς μονῆς χτυπήματα καὶ χλιμιντρίσματα. Τρέχει ὁ πορτάρης ν᾿ ἀνοίξει, καὶ ἄντικρυζει τὸ μουλάρι ποὺ εἶχε γκρεμιστεῖ. Τὸ πιὸ θαυμαστὸ ἦταν, πὼς εἶχε φορτωμένα στὴν πλάτη τὰ τουλούμια μὲ τὸ λάδι ἀκέραια. Ὁ πορτάρης τὸ ἔβαλε μέσα καὶ τὸ ξεφόρτωσε. Τότε ὅμως συνέβη τὸ ἑξῆς παράδοξο: Τὸ ζῶο ἔπεσε ἀμέσως στὴ γῆ νεκρό. Εἶχε πιὰ ἐκπληρώσει τὴν ἀποστολή του.
Ἡ εὐλαβὴς δωρήτρια. Κάποια εὐλαβὴς χιώτισα, ἀπὸ τὸ χωριὸ Καλιμασσιά, ἀφιέρωσε ὅλη τὴν περιουσία της στὴ Νέα Μονή. Κάποτε ὅμως ἀρρώστησε καὶ βρέθηκε σὲ μεγάλη οἰκονομικὴ ἀνάγκη. Τότε οἱ συγγενεῖς της, ἀντὶ νὰ τὴ βοηθήσουν, τὴν ἐγκατέλειψαν καὶ τὴν πίκραιναν μὲ λόγια σκληρά:
«Ἂς ἔρθει, τῆς ἔλεγαν, νὰ σὲ κοιτάξει ἡ Νέα Μονή, ἀφοῦ τῆς ἔγραψες τὴν περιουσία σου.
Ἐκείνη δὲν ἔπαυε νὰ προσεύχεται θερμὰ στὴν Παναγία ζητώντας τὴ βοήθειά της. Κι ἕνα βράδυ, μέσα στὸν πόνο καὶ τὴν ἀπελπισία της, βλέπει στὸν ὕπνο τῆς μία γυναίκα. Ἡ γυναίκα αὐτὴ τὴν πλησίασε, τὴν παρηγόρησε καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων τῆς εἶπε:
- Μὴ φοβᾶσαι. Ἡ ἀσθένειά σου θεραπεύτηκε. Πάρε αὐτὸ τὸ φλουρὶ καὶ θὰ φροντίζω ἐγὼ γιὰ σένα.
- Ποιὰ εἶσαι; ρώτησε ἡ ἄρρωστη.
- Εἶμαι ἡ Νέα Μονή.
Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ξύπνησε ἡ γυναίκα θεραπευμένη, κρατώντας στὸ δεξί της χέρι τὸ φλουρί. Πῆγε στὸ μοναστήρι, διηγήθηκε τ᾿ ὄνειρό της στὸν ἡγούμενο Ἄνθιμο καὶ τοῦ παρέδωσε τὸ φλουρί, ποὺ τῆς εἶχε χαρίσει ἡ Παναγία.
Θαυμαστὰ γεγονότα.
Ὅταν τὸ μοναστήρι μετατράπηκε σὲ γυναικεῖο, οἱ μοναχὲς ἔζησαν ὁρισμένα θαυμαστὰ γεγονότα:
Τὸ 1959, τὰ μεσάνυχτα τῆς 4ης Ἀπριλίου, χτύπησαν χαρμόσυνα οἱ καμπάνες. Χτυποῦσαν μόνες τους, ἐνῶ συγχρόνως ἔβγαινε ἀπὸ τὴν ἐκκλησία μία ἐκτυφλωτικὴ λάμψη.
Ἀρκετὲς φορὲς κινοῦνται μόνα τους τὰ καντήλια μπροστὰ στὴ θαυματουργὴ εἰκόνα, καὶ συχνά, ἐνῶ οἱ μοναχὲς ψάλλουν στὸ ἀναλόγιο, ἀκούγονται βήματα στὸ ἱερό, δυνατοὶ θόρυβοι καὶ γλυκύτατες ψαλμωδίες. ἀκούγονται κυρίως ὅταν ψάλλεται ἡ Θ´ ὠδή, τὸ «Ἄξιόν ἐστι» καὶ οἱ χαιρετισμοὶ τῆς Παναγίας.
Μὲ τὰ θαυμαστὰ αὐτὰ σημεῖα ἡ Νιαμονίτισσα κάνει αἰσθητὴ τὴν παρουσία τῆς στὸ μοναστήρι καὶ μεταδίδει χαρὰ καὶ παρηγοριὰ στὴ μοναστικὴ ἀδελφότητα

7 Αυγ 2011

Παναγία ἡ Μαλεβή

Πάρνωνας, τὸ κατάφυτο Βουνὸ τῆς Κυνουρίας μὲ τὰ πολλὰ μοναστήρια, φιλοξενεῖ στὴ βορεινὴ τοῦ πλευρὰ τὴν ἱερὰ μονὴ τῆς Παναγίας Μαλεβῆς.
Ἡ θεομητορικὴ εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως, ποὺ φυλάσσεται σ᾿ αὐτή, ἡ μυροβλύτισσα καὶ θαυματουργή, ἔχει σαγηνεύσει τὶς τελευταῖες δεκαετίες τὸ πανελλήνιο.
Τὸ ἅγιο μύρο ἀναβλύζει εὐωδιαστὸ ἀπὸ τὴν ἁγία εἴκονα. Συχνὰ εἶναι τόσο πολύ, ὥστε κατεβαίνει στὸ προσκυνητάρι καὶ φθάνει μέχρι τὸ δάπεδο τοῦ ναοῦ.
Ἡ γυναίκα μὲ ἰὸ μόρο. Ὁ ἀείμνηστος λαϊκὸς ἱεροκήρυκας Δ. Παναγόπουλος, ὁ ὁποῖος συντέλεσε πολὺ στὴ διάδοση τοῦ θαυμαστοῦ αὐτοῦ γεγονότος, διηγεῖται τὴν ἐντυπωσιακὴ γνωριμία του μὲ τὸ ἅγιο μύρο καὶ τὸ μοναστήρι τῆς Μαλεβῆς:
Μετὰ τὸ τέλος μίας ὁμιλίας μου, μὲ πλησιάζει κάποια ἄγνωστη μαυροφορεμένη γυναίκα. Κρατοῦσε στὸ χέρι λευκὸ φάκελο μὲ ἀρκετὸ μπαμπάκι, ποὺ ἀνέδιδε μία πρωτόγνωρη εὐωδιά. Μοῦ τὸ προσφέρει καὶ μοῦ λέει:
- Κύριε Παναγόπουλε, αὐτὸ εἶναι μπαμπάκι μὲ ἅγιο μύρο ἀπὸ τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς μονῆς Μαλεβῆς, ποὺ βρίσκεται στὸ Ἄστρος τῆς Κυνουρίας. Σᾶς τὸ στέλνουν σὰν εὐλογία καὶ σᾶς περιμένουν νὰ πᾶτε.
Τὸ πῆρα, τὸ ἀσπάστηκα καὶ τὸ ὀσφράνθηκα. Ἔνοιωσα μία ἀσυνήθιστη καὶ ἀπερίγραπτη εὐωδία.
Σ᾿ ἕνα ἀκριβῶς χρόνο μὲ πλησιάζει πάλι μετὰ τὴν ὁμιλία μου μία ἄγνωστη μαυροφορεμένη γυναίκα, ἡ ὁποία μου προσφέρει καὶ μοῦ ἐπαναλαμβάνει ὅ,τι καὶ τὴν πρώτη φορά.
Τὸν τρίτο χρόνο συνέβη πάλι τὸ ἴδιο. Τότε, σὰν νὰ ξύπνησα ἀπὸ λήθαργο, ἀναρωτήθηκα ποιὰ νὰ ἦταν αὐτὴ ἡ γυναίκα ποὺ μὲ ἐπισκέφθηκε γιὰ τρίτη ἤδη φορά!
Τὸ 1970 ἀξιώθηκα νὰ κάνω ἕνα προσκύνημα στὴ μονὴ τῆς Μαλεβῆς. Πρὶν ἀκόμη μπῶ στὸ μοναστήρι, μὲ ὑποδέχτηκε τὸ οὐράνιο ἐκεῖνο ἄρωμα ποὺ πρὶν τρία χρόνια εἶχα ὀσφρανθεῖ ἀπὸ τὸ μπαμπάκι τῆς μαυροφορεμένης γυναίκας.
Ἡ συγκίνησή μου τὴ βραδιὰ ἐκείνη στὸ μοναστήρι ἦταν ἀπερίγραπτη. Ὓστερ᾿ ἀπ᾿ αὐτὸ ἐφοδιάστηκα μὲ φωτογραφίες καὶ κράτησα στοιχεῖα γιὰ τὴ μονὴ καὶ τὴν ἱερὴ εἰκόνα, μὲ σκοπὸ νὰ βοηθήσω κι ἐγὼ στὴ διάδοση τοῦ θαυμαστοῦ γεγονότος».
Ἡ θεραπεία τῆς δόκιμης μοναχῆς. Μεταξὺ τῶν πολλῶν καὶ ποικίλων θαυμάτων ποὺ ἐνεργεῖ ἡ χάρη τῆς Παναγίας Μαλεβῆς, εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ θεραπεία τῆς δόκιμης μοναχῆς Βερονίκης, στὴ μονὴ ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου, στὸν συνοικισμὸ τοῦ Παπάγου:
Ἡ Βερονίκη ἔπασχε ἀπὸ καρκίνο. Εἶχε νοσηλευθεῖ πολλὲς φορὲς στὸ νοσοκομεῖο τῆς Βούλας. Τελικὰ ἐπέστρεψε στὴ μονή της, παράλυτη στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια, γιὰ νὰ πεθάνει ἐκεῖ.
Οἱ μοναχὲς συμφώνησαν νὰ καρεῖ μεγαλόσχημη τὴν Τετάρτη, 8 Μαρτίου 1970, γιὰ νὰ «φύγει» σὰν μοναχή. Ὁ γιατρὸς ὅμως δὲν ἔδινε πολλὰ περιθώρια ζωῆς, γι᾿ αὐτὸ ἀποφασίστηκε νὰ γίνει ἡ κουρὰ τὴν Κυριακή της 5ης Μαρτίου στὸν ἑσπερινό.

5 Αυγ 2011

Παναγία ἡ Πορταΐτισσα

«Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος»
Ἡ θαυματουργὴ Πορταΐτισσα, ἡ ἐξέχουσα μεταξύ τῶν θεομητορικῶν εἰκόνων τοῦ Ἄθω, ἦταν ἀρχικὰ φυλαγμένη, καθώς διασώζει ἡ παράδοση, στὴ μικρασιατικὴ Νίκαια. Μιὰ εὐσεβής γυναίκα μέ τὸν μοναχογιό της τὴν εἶχαν τοποθετήσει μέσα στὴν ἰδιόκτητη ἐκκλησία τους καὶ τὴν τιμοῦσαν.
Στὰ χρόνια τῆς δεύτερης εἰκονομαχίας βασιλικοὶ κατάσκοποι ἀνακάλυψαν τὴν εἰκόνα καὶ ἀπείλησαν τὴ γυναίκα πὼς θὰ τὴν σκοτώσουν ἂν δὲν τοὺς δωροδοκήσει. Ἐκείνη ὑποσχέθηκε ὅτι τὴν ἑπομένη θὰ τοὺς ἔδινε τὰ χρήματα. Καὶ τὴ νύχτα, ἀφοῦ προσευχήθηκε μπροστὰ στὴν εἰκόνα, τὴ σήκωσε μέ εὐλάβεια, κατέβηκε στὴν παραλία καὶ τὴν ἔριξε στὴ θάλασσα λέγοντας:
– Δέσποινα Θεοτόκε, ἐσύ ἔχεις τὴ δύναμη κι ἐμᾶς νὰ διασώσεις ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ βασιλιᾶ, ἀλλὰ καὶ τὴν εἰκόνα σου ἀπὸ τὸν καταποντισμό.
Τότε πραγματικὰ ἔγινε κάτι θαυμαστό. Ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα στάθηκε ὄρθια στὰ κύματα καὶ κατευθύνθηκε πρός τὴ δύση. Συγκινημένη ἡ γυναίκα ἀπὸ τὸ γεγονὸς γυρίζει στὸν γιό της καὶ τοῦ λέει:
–Ἐγώ, παιδί μου, γιὰ τὴν ἀγάπη τῆς Παναγίας εἶμαι ἕτοιμη νὰ πεθάνω. Ἐσύ νὰ φύγεις. Νὰ πᾶς στὴν Ἑλλάδα.
Χωρὶς ἀργοπορία τὸ παιδὶ ἑτοιμάστηκε καὶ ξεκίνησε γιὰ τὴ Θεσσαλονίκη, κι ἀπὸ κεῖ γιὰ τὸν Ἄθωνα, ὅπου ἐμόνασε. Σὰν μοναχὸς ἀσκήτεψε στὸν τόπο πού ἀργότερα ἱδρύθηκε ἡ μονὴ τῶν Ἰβήρων. Αὐτὸ ἦταν οἰκονομία Θεοῦ, γιατὶ ἔτσι πληροφορήθηκαν οἱ ἄλλοι μοναχοὶ τὸ ἱστορικὸ τῆς θαυματουργῆς εἰκόνας.
Πέρασε καιρός. Ὁ μοναχὸς ἀπὸ τὴ Νίκαια πέθανε, καὶ τὸ μοναστήρι τῶν Ἰβήρων ἱδρύθηκε καὶ ὁλοκληρώθηκε. Ἦταν βράδυ, ὅταν οἱ μοναχοὶ ἀντίκρυσαν ἕνα παράξενο θέαμα: Ἕνα πύρινο στῦλο πού ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴ θάλασσα κι ἔφθανε στὸν οὐρανό.
Τὸ ὅραμα συνεχίστηκε ἡμέρες καὶ νύχτες. Κατεβαίνουν οἱ ἀδελφοὶ στὴν παραλία καὶ βλέπουν μέ θαυμασμὸ στὴ βάση τοῦ πύρινου στύλου μιὰ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Ὅσο ὅμως τὴν πλησίαζαν ἐκείνη ἀπομακρυνόταν. Συγκεντρώθηκαν τότε στὴν ἐκκλησία καὶ παρακάλεσαν μέ δάκρυα τὸν Κύριο νὰ χαρίσει στὸ μοναστήρι τους τὸν ἀνεκτίμητο αὐτὸ θησαυρό.
Μεταξύ τῶν μοναχῶν ὑπῆρχε ἕνας εὐλαβής ἀσκητής, πού λεγόταν Γαβριήλ. Σ᾿ αὐτὸν παρουσιάζεται ἡ Παναγία καὶ τοῦ λέει:
– Νὰ πεῖς στὸν ἡγούμενο καὶ στούς ἀδελφούς ὅτι θὰ σᾶς παραδώσω τὴν εἰκόνα μου, γιὰ νὰ σᾶς προστατεύει. Θὰ μπεῖς κατόπιν στὴ θάλασσα, θὰ περπατήσεις πάνω στὰ κύματα, κι ἔτσι θὰ καταλάβουν ὅλοι τὴν εὔνοιὰ μου γιὰ τὸ μοναστήρι σας.
Ἔτσι κι ἔγινε. Ὁ π. Γαβριήλ περπάτησε πάνω στὴ θάλασσα σὰν σὲ στερεὰ γῆ, παρέλαβε μέ εὐλάβεια τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα καὶ ἐπέστρεψε στὴν παραλία. Ἐκεῖ συγκεντρωμένοι ὅλοι οἱ μοναχοὶ τῆς ἐπιφύλαζαν τιμητικὴ ὑποδοχή. Ὕστερα τὴν παρέλαβαν καὶ τὴν τοποθέτησαν στὸ ἱερὸ βῆμα τοῦ καθολικοῦ.
Ὅταν τὴν ἑπομένη ὁ ἐκκλησιαστικός πῆγε ν᾿ ἀνάψει τὰ καντήλια, ἡ εἰκόνα ἔλειπε. Ἐρεύνησε παντοῦ καὶ τὴν ἀνακάλυψε στὸ τεῖχος, πάνω ἀπὸ τὴν πύλη τῆς μονῆς. τὴν ἐπανέφεραν στὸ καθολικό, ἀλλὰ ἡ εἰκόνα ἔφυγε καὶ πάλι. Αὐτὸ ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές. Τέλος ἡ Παναγία παρουσιάζεται στὸν γέροντα Γαβριήλ καὶ τοῦ λέει:
– Νὰ πεῖς στούς ἀδελφούς νὰ μὴ μ᾿ ἐνοχλοῦν. Δέν ἦλθα ἐδῶ γιὰ νὰ φυλάγομαι ἀπὸ σᾶς, ἀλλὰ νὰ σᾶς φυλάω. Ὅσοι ζεῖτε στὸ Ὄρος τοῦτο ἐνάρετα, νὰ ἐλπίζετε στὴν εὐσπλαχνία τοῦ Υἱοῦ μου. Γιατί, ὅσο ὑπάρχει ἡ εἰκόνα μου μέσα στὴ μονὴ σας, ἡ χάρη καὶ τὸ ἔλεός Του θὰ σᾶς ἐπισκιάζουν πάντοτε.
Ὕστερα ἀπ᾿ αὐτὸ οἱ μοναχοὶ ἔχτισαν παρεκκλήσι κοντὰ στὴν πύλη κι ἐκεῖ τοποθέτησαν τὴν ἱερὴ εἰκόνα.
Πράγματι ἡ Πορταΐτισσα, καθώς ὑποσχέθηκε, προστατεύει τὴ μονὴ καὶ οἰκονομεῖ κάθε της ἀνάγκη.
Ἡ θεραπεία τῆς πριγκίπισσας
Τὸ 1651 οἱ 365 Ἰβηρίτες μοναχοὶ δοκίμαζαν οἰκονομικὴ στενότητα, γι᾿ αὐτὸ ἀνέθεσαν στὴ Θεοτόκο νὰ μεριμνήσει γιὰ τὴ συντήρησή τους. Ἀμέσως ἡ φιλόστοργη Μητέρα ἔτρεξε γιὰ ἐξεύρεση πόρων μέ τὸ ἀκόλουθο χαριτωμένο θαῦμα.
Ἐκείνη τὴν περίοδο ἦταν βαριὰ ἄῤῥωστη ἡ κόρη τοῦ τσάρου τῆς Ρωσίας Ἀλεξίου Μιχαήλοβιτς. Τὰ πόδια της ἦταν παράλυτα καὶ γιὰ τοὺς γιατροὺς ἀθεράπευτα.
Τὴ θλίψη τῆς πριγκίπισσας καὶ τῶν βασιλέων γονέων της ἔρχεται τώρα νὰ μεταβάλει σέ χαρὰ ἡ θαυματουργὴ Πορταΐτισσα. Παρουσιάζεται μιὰ νύχτα στὸν ὕπνο της, κι ἀφοῦ τῆς ἔδωσε θάῤῥος καὶ ὑποσχέθηκε νὰ τὴ θεραπεύσει τῆς λέει:
– Νὰ πεῖς στὸν πατέρα σου νὰ φέρει ἀπὸ τὴν μονὴ τῶν Ἰβήρων τὴν εἰκόνα μου τὴν Πορταΐτισσα.
Τὸ πρωὶ ἡ ἄῤῥωστη διαβίβασε τὴν ἐντολὴ κι ἀμέσως ξεκίνησε ἔκτακτη ἀποστολή, γιὰ νὰ μεταφέρει στοὺς Ἰβηρίτες μοναχούς τὴν ἐπιθυμία τοῦ τσάρου. Ἐκεῖνοι φοβήθηκαν μήπως ἡ εἰκόνα δέν ἐπιστραφεῖ, καὶ ἀποφάσισαν νὰ στείλουν ἕνα πιστὸ ἀντίγραφο μέ τιμητικὴ συνοδεία τεσσάρων ἱερομονάχων.
Μόλις μαθεύτηκε ὁ ἐρχομός τῆς σεπτῆς εἰκόνας στὴ Μόσχα, ἡ πόλη ἄδειασε. Ὅλοι, βασιλεῖς καὶ λαός, ἔτρεξαν νὰ τὴν προϋπαντήσουν. Στ᾿ ἀνάκτορα ὅμως ἡ πριγκίπισσα κοιτόταν στὸ κρεβάτι, χωρίς νὰ γνωρίζει τίποτε. Κάποια στιγμὴ ζήτησε τὴ μητέρα της καὶ τότε πληροφορήθηκε τὸ μεγάλο γεγονός.
– Τί; φώναξε. Ἔρχεται ἡ Παναγία, κι ἐμένα μέ ἄφησαν ἐδῶ;
Πηδᾶ ἀμέσως ἀπὸ τὸ κρεβάτι, ντύνεται καὶ τρέχει νὰ ὑποδεχθεῖ κι ἐκείνη τὴν Παναγία. Ὁ κόσμος εἶδε την παράλυτη πριγκίπισσα καὶ τὰ ἔχασε. Ἡ συγκίνηση κορυφώθηκε, ὅταν ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ἔφθασε ἡ ἁγία εἰκόνα κι ἔγινε ἡ τελετὴ τῆς ὑποδοχῆς καὶ τῆς προσκυνήσεως.
– Μεγαλειότατε, εἶπαν οἱ ἀπεσταλμένοι, προσφέρουμε τὴ σεπτὴ αὐτὴ εἰκόνα σάν δῶρο στὸ εὐσεβές ρωσικὸ ἔθνος.
– Σᾶς εὐχαριστῶ, εἶπε συγκινημένος ὁ τσάρος. Σέ ἔνδειξη τῆς εὐγνωμοσύνης μου σᾶς παραχωρῶ μία ἀπὸ τὶς καλύτερες μονές τῆς πρωτεύουσας, τὸν ἅγιο Νικόλαο. Ἐπίσης ἐτήσιο ἐπίδομα ἀπὸ 2.500 ρούβλια, ἀτέλεια σέ ὅ,τι εἰσάγετε ἀπὸ τὴν χώρα μου, καθώς καὶ δωρεάν μετακίνηση τῶν ἀπεσταλμένων σας.
Τὸ μετόχι αὐτὸ παρέμεινε στὴν κυριότητα τῆς μονῆς Ἰβήρων μέχρι τὸ 1932 καὶ τῆς ἐξασφάλιζε τόσες προσόδους, ὥστε κάλυπτε ὅλες σχέδον τίς ὑλικές της ἀνάγκες.
Ὁ πεινασμένος ὁδοιπόρος
Ἡ μονὴ τῶν Ἰβήρων εἶναι πολύ φιλόξενο μοναστήρι. Αὐτὸ ἀποδίδεται καὶ στὸ ἀκόλουθο περιστατικό:
Ἕνας φτωχός ἐργάτης, κουρασμένος ἀπὸ τὸν δρόμο, ἔφθασε τὸ μεσημέρι πεινασμένος στὴν πύλη τῆς μονῆς. Ζητήσε μόνο λίγο ψωμὶ ἀπὸ τὸν πορτάρη, γιατὶ βιαζόταν νὰ συνεχίσει τὴν πορεία του.
Ὁ πορτάρης, ἄγνωστο γιατί, δέν τοῦ ἔδωσε, ὁπότε ὁ φτωχός ἀναστέναξε βαθιὰ κι ἔφυγε νηστικός.
Ἀνεβαίνοντας πρός τίς Καρυές, σταμάτησε γιὰ λίγο στὴ σκιὰ ἑνός δέντρου. Λυπημένος καὶ κουρασμένος καθώς ἦταν, ξάπλωσε καταγῆς. Ξεφνικὰ ἀκούει βήματα νὰ πλησιάζουν. Ἀνασηκώνεται καὶ βλέπει κοντὰ του μιὰ γυναίκα μ᾿ ἕνα βρέφος στὴν ἀγκαλιά. Μέ ὕφος συμπαθητικὸ καὶ φωνὴ γλυκειὰ τὸν ἐρωτᾶ:
– Τί ἔχεις; Μήπως εἶσαι ἄῤῥωστος;
– Ὄχι, ἀπάντησε ἐκεῖνος, ἀλλὰ πεινῶ. Παρακάλεσα τὸν θυρωρὸ τῆς μονῆς Ἰβήρων νὰ μοῦ δώσει ψωμί, ἀλλὰ δέν μοῦ ἔδωσε.
– Ἄκου, παιδί μου. Δέν πρέπει νὰ παραπονεῖσαι γιὰ τὸν θυρωρό. Θυρωρὸς τῆς μονῆς αὐτῆς εἶμαι ἐγώ. Νὰ ἐπιστρέψεις ἀμέσως καὶ νὰ ζητήσεις ψωμὶ ἐκ μέρους μου. Κι ἂν δὲν σοῦ δώσουν, πλήρωσέ το μ᾿ αὐτὰ τὰ χρήματα. Σὲ περιμένω ἐδῶ.
Λέγοντας αὐτὰ ἔδωσε στὸν ἐργάτη τρία φλουριά. Ἐκεῖνος, ἀνύποπτος γιὰ ὅσα ἔβλεπε καὶ ἄκουγε, ξεκίνησε γιὰ τὸ μοναστήρι. Χτύπησε τὴν πύλη καὶ κρατώντας ἐπιδεικτικὰ τὰ χρήματα ζήτησε καὶ πάλι ἀπὸ τὸν θυρωρὸ ψωμί, χωρὶς νὰ παραλείψει ν᾿ ἀναφέρει τὴ συνομιλία μὲ τὴ γυναίκα.
Ὅταν ἄκουσε ὁ μοναχός γιὰ γυναίκα καὶ εἶδε τὰ σπάνια νομίσματα, κατάλαβε ὅτι πρόκειται γιὰ θαῦμα. Χτύπησε τὴν καμπάνα, συγκεντρώθηκαν οἱ ἀδελφοὶ καὶ ἄκουσαν μέ θαυμασμὸ τὸ παράδοξο γεγονός.
Διαπίστωσαν μάλιστα ὅτι τὰ νομίσματα ἐκεῖνα ἦταν ἀφιερωμένα πρίν ἀπὸ πολλὰ χρόνια στὴ θαυματουργὴ εἰκόνα. Βλέποντας ὅμως ἡ Παναγία τὴν ἀνάγκη τοῦ φτωχοῦ, τὰ παρέλαβε καὶ τοῦ τὰ ἔδωσε μέ μητρικὴ εὐσπλαγχνία.
Οἱ μοναχοὶ μέ φόβο καὶ εὐλάβεια τὰ ἐπανέφεραν στὴν ἁγία εἰκόνα τῆς Πορταΐτισσας, ἡ ὁποία μέ τὸ θαῦμα αὐτὸ τοὺς δίδαξε τὴ μεγάλη ἀρετὴ τῆς φιλοξενίας.

3 Αυγ 2011

Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα: 

Η Αχειροποίητη Εικόνα του Θεομητορικού Μνήματος και η Ιστορία Της

Απολυτίκιον της Παναγίας της Ιεροσολυμιτίσσης

Ήχος α΄. Της ερήμου πολίτης.

Την σεπτήν σου εικόνα ως της δόξης σου σκήνωμα, Ιεροσολυμίτισσα Παρθένε, προσκυνούμεν Πανάχραντε. Εκ ταύτης γαρ πηγάζεις μυστικώς θαυμάτων ποταμούς τας δωρεάς• και αρδεύεις τας καρδίας και τας ψυχάς των πίστει κραυγαζόντων σοι• Δόξα τω Θείω Τόκω σου, Αγνή, δόξα τη παρθενία σου, δόξα τη προς ημάς σου ανεκφράστω προνοία, Άχραντε.

Η Θαυματουργή Αγία Εικόνα της Παναγίας «Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ», έχει Αγιογραφηθεί τον 19ο αιώνα Θαυματουργικώς. Φέρει χρονολογία 1870 και έχει το εξής ιστορικό:

Υπήρχε τον καιρό εκείνο μία αγιογράφος Μοναχή ονόματι Τατιανή, της Ρωσικής Ιεράς Μονής της Μυροφόρου Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, που βρίσκεται στους πρόποδες του απέναντι της Ιερουσαλήμ Όρους των Ελαιών.

Είδε δε η Τατιανή καθώς κοιμόταν το εξής Όραμα: Είδε ότι την επισκέφθηκε στο κελλί της μία άγνωστη Μοναχή, η οποία της είπε: «Αδελφή Τατιανή, ήλθα να με ζωγραφίσεις».

Η Τατιανή απάντησε: «Ευλόγησον, αδελφή, αλλά εγώ είμαι αγιογράφος και όχι ζωγράφος». Και η Επισκέπτρια της λέγει: «Τότε να με αγιογραφήσεις».

Η Τατιανή εξεπλάγη με το θάρρος της ξένης και απεκρίθη: «Δεν έχω ξύλο (σανίδι), πού να σε ζωγραφίσω;».


Και τότε η Επισκέπτρια Μοναχή της δίδει ένα σανίδι αγιογραφήσεως και λέγει: «Ζωγράφισε»! Αλλά ενώ ζωγράφιζε η Τατιανή την Μοναχή, είδε τα Άμφιά Της να γίνονται χρυσά, το Πρόσωπό Της να λάμπει πολύ, και Την άκουσε να λέγει: «Ω μακαρία Τατιανή, μετά τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Λουκά, θα με αγιογραφήσεις πάλι εσύ».


Η Τατιανή αντελήφθη ότι αγιογραφούσε την Παναγία! Εταράχθη και ξύπνησε. Αμέσως έσπευσε στην Ηγουμένη και της διηγήθηκε το Όραμα. Η Ηγουμένη δυσπίστησε και της είπε να πάει να κοιμηθεί και αύριο να αγιογραφήσει μία Εικόνα της Παναγίας.


Καθώς όμως επέστρεφε, είδε να βγαίνει από το κελλί της φως και αισθάνθηκε ευωδιά! Τότε ειδοποίησε την Ηγουμένη και μαζί εισήλθαν στο φωτεινό και ευωδιάζον κελλί, όπου είδαν εκπληκτικότερο Θαύμα. Η Εικόνα του Οράματος βρισκόταν μέσα στο κελλί πραγματική, Αχειροποίητη! Η Αγία αυτή Εικόνα της Παναγίας! (1)


Μετά από όλα αυτά, παρουσιάζεται πάλι η Παναγία στη Μοναχή και λέγει: «Να με κατεβάσετε κάτω στο σπίτι μου, στη Γεθσημανή». Πράγμα που έγινε.


Από τότε η Αχειροποίητη Αγία Εικόνα της Παναγίας «Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ», βρίσκεται στο Ιερό Προσκύνημα του Θεομητορικού Μνήματος της Γεθσημανής (2), και Θαυματουργεί.


Και τις τρεις φορές που πλημμύρισε ο Ιερός Ναός στη Γεθσημανή, η Εικόνα ανέβηκε μόνη Της από τον μαρμάρινο θρόνο που βρίσκεται και στάθηκε στο σύστημα εξαερισμού, χωρίς να στηρίζεται πουθενά! Τα Θαύματά Της είναι αναρίθμητα, όπου και αν πήγε.


(Από ξενάγηση του Ηγουμένου του Θεομητορικού Μνήματος)


Σημειώσεις


1) Η παρακάτω πληροφορία έχει ευρέως γνωστοποιηθεί (ειπωθεί και καταγραφεί), μέσα από τις διηγήσεις Αγίων Γερόντων της Πίστεώς μας (όπως για παράδειγμα του Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου), οι οποίοι είχαν την Ευλογία (όταν ζούσαν στον κόσμο αυτό) να δουν σε Οράματα την Υπεραγία Θεοτόκο. Οι Μαρτυρίες όλων συμφωνούν πως η Αγία αυτή Εικόνα της «Ιεροσολυμίτισσας», είναι εκείνη που απεικονίζει ακριβέστερα από οποιαδήποτε άλλη, τα Χαρακτηριστικά της Αγίας Μορφής της Παναγίας.
 
2)
Το Θεομητορικό Μνήμα αποτελεί τον Κενό Τάφο της Παναγίας μας (το ονομαζόμενο Κενοτάφιο), αφού το Σώμα Της Ανελήφθη στους Ουρανούς την τρίτη ημέρα από την Κοίμησή Της, διότι «δεν ήταν δυνατό να παραμείνει κάτω από τη γη το Σώμα Εκείνης, χάριν της Οποίας ο Θεός έπλασε όλο τον κόσμο», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μέγας Βασίλειος.

 
Η Είσοδος του Ιερού Προσκυνήματος της Παναγίας μας στη Γεθσημανή. Σε αυτό το μέρος, το οποίο ήταν ο κήπος των γονέων Της, βρίσκεται σήμερα ο Ιερός Ναός με το Θεομητορικό Μνήμα.

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Ο ΠΕΡΣΗΣ  Ένας πρώην μάγος κείρεται μοναχός και αναδεικνύεται ένθερμος ομολογητής και ένδοξος μάρτυς Χριστού ...